e| freatio@gmail.com

Θ Ρ Ο Ο Υ

Ύπνος δεν έρχεται απόψε, όλα μοιάζουν βαριά, λέω να δω τι έχει να μου προσφέρει το μπαλκόνι μου. Ανοίγω κεραίες:


-ο απόηχος ενός τρένου, πρέπει να είναι κάποιο intercity, μια ταχεία προς Θεσσαλονίκη, μπορεί και Βουλγαρία, ποιος ξέρει.

-μια γάτα παλεύει να ανεβεί στον σκουπιδοτενεκέ, κάτω από το κίτρινο φως της κολώνας προσπαθώ να τη φανταστώ να σκίζει με τα νύχια της βασανιστικά αργά γαλάζιες πλαστικές σακούλες.

-μια φωνή υποτονική από τα ηχεία μου, η Billie προσπαθεί να ψελλίσει 'speak low/darling speak low'-μάλλον δεν τα καταφέρνει να ακουστεί, επιβεβαιώνει τα λόγια.

-ένα θρόϊσμα από τα δέντρα του κήπου-ίσως και να το φαντάζομαι.

-φτιαγμένο Fiat, ινδικά τάμπλας, beat σταθερό, ταχύτητα 15 km/h.

-Γιώργο, το σκυλί έφαγε τις παντόφλες!

-πηρούνια χτυπάνε στο πιάτο σε μπαλκόνι απέναντι. καρπούζι; πεπόνι; η κάφτρα από το τσιγάρο στέλνει σήμα-λήξη.


Φυσάει τώρα, όπως θα 'πρεπε. Αφήνω την πόρτα ανοιχτή, θα κοιμηθώ έτσι-αφήνω κι όλους αυτούς τους ήχους να φτιάξουν ένα κολάζ. Αναρωτιέμαι τι όνειρο θα σκηνοθετήσουν.



από το blog: schottkey.blogspot.com

on screen


Ένα τυπογραφικό λάθος προσβάλλει τις λέξεις story και storm και τις συγχωνεύει σε μία: storr.
Το video, μέσω των εικόνων του, αφηγείται μια ιστορία-περιπλάνηση του βλέμματος. Με σημείο εστίασης το αστικό τοπίο, οι εικόνες που σχεδόν ξεθώριασαν, ψυχρές και ενίοτε θολές, κυλάνε με μια ροή νωχελική όπως στα όνειρα. Μια αδιευκρίνιστη μάζα εντείνει την απορία του ματιού. Ένα πανί ανεμίζει και η μνήμη ανασύρει μιαν άλλη εικόνα, πιο γνώριμη, που έρχεται να αντικαταστήσει την προηγούμενη...

Πολυκατοικίες και δρόμοι, γερανοί και φανάρια, οχήματα και άνθρωποι. Κινήσεις παράλληλες, χωρίς εξάρσεις στο διάγραμμα χρόνου/έντασης, σχολιάζουν την αίσθηση που έχουμε πια, ακόμα κι όταν κοιτάμε στον ουρανό. Νυχτώνει και τα φώτα στις πολυκατοικίες ανάβουν ως έγκυρα πειστήρια πως οι κάτοικοί τους ζουν, ακόμα.


digital cam, colour, sound, 4min35sec.

Κ Ε Ρ Α Ι Ε Σ : Α Σ Τ Ι Κ Α _ Σ Υ Μ Β Ο Λ Α

Κεραίες διάσπαρτες στο λεγόμενο πολεοδομικό χάος, κεραίες προϊστορικών εντόμων από μπετόν αρμέ. Τα σύμβολα μας ή, αλλιώς, η διασύνδεση των κατοίκων με τους κομήτες και τα διάττοντα αστέρια, το σημείο ένωσης της Κόλασης και του ουρανού. Οι κεραίες, σήμα κατατεθέν των πόλεων. 

Το πλήθος τους διακόπτει βίαια τις ονειροπολήσεις και καθοδηγεί το βλέμμα σε μια τρικυμισμένη ίσαλο γραμμή. Ο ορίζοντας ξεθωριάζει. Ο αστικός ουρανός ταράζεται από πελώρια κύματα, που ηρεμούν όταν αγγίζουν τις κεραίες. Διαμεσολαβημένες εντολές, αστεία και οδηγίες μεταδίδονται σε δίνες, οι οποίες, με τη σειρά τους φορτίζουν τα περήφανα σίδερα ψηλά. Η ευαισθησία στα σήματα που εκπέμπονται από τα γύρω βουνά - αντέννες, τώρα δεν αρκεί. Την εμφάνισή τους κάνουν "πιάτα", η λεία των οποίων βρίσκεται στους δορυφόρους.

Απ' όπου κι αν κοιτάξεις σε στοχεύουν. Κάτω από το γκρι λιβάδι από αλουμίνιο απλώνονται καλώδια σε εκατομμύρια (π)ρίζες, που φτάνουν ως τα φτωχά υπόγεια, σε συσκευές ανθρώπων ταπεινών και παραιτημένων. Ίσως πέρα από αυτό το νεκροταφείο με τους "αιρετικούς" σταυρούς τα σπίτια, αντί για κεραίες, να έχουν αλεξικέραυνα. Ο κόσμος όμως θέλει να επικοινωνήσει και έτσι του παρέχονται κοντάρια και μηχανήματα για να αποκωδικοποιεί τα σήματα καπνού.

Ακόμα πιο ουτοπικό από μια πόλη χωρίς διαφημιστικές πινακίδες είναι μια πόλη χωρίς κεραίες.(...) Φαίνεται ότι το τοπίο έχει ταυτιστεί με το αδιαχώρητο στις ταράτσες σε υπερβολικά μεγάλο βαθμό. Στα ουρανομήκη εκτρώματα οι πολίτες αντικρίζουν τις αντιφάσεις τους. Όσο βρίσκονται υπό τη σκιά του τεχνητού δάσους άφυλλων δενδρυλλίων δεν χορταίνουν να γεύονται το εξαγνιστικό φως. 

Καθαρότητα του θόλου όμως δεν σημαίνει μόνο αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, αλλά και όλης της οικολογίας τού "επάνω". Το ζήτημα είναι προφανώς και παθολογικό. Το βλέμμα αρρωσταίνει. Όσο ο αστικός χώρος θα συνεχίσει να μεταμορφώνεται σε στούντιο κλειστού κυκλώματος, όσο τα ραδιοκύματα θα είναι τα μόνα ελεύθερα να εκπέμπουν αισθήματα και γνώμες πανελλαδικά και όσο οι δέκτες θα εξαρτώνται από τις κεραίες τους, οι κάτοικοι της πόλης θα ατενίζουν το σύμπαν περικυκλωμένοι, προσέχοντας μην τραυματιστούν από τις επικίνδυνες κόγχες.

Έτσι, οι ονειροπόλοι αυτής της δυστοπίας καταδικάζονται στον αργό θάνατο του βλέμματος τους. Πανοραμικές ματιές, ελεύθερη εστίαση, κάθε δυνατότητα του ματιού ματαιώνεται. Ο αμφιβληστροειδής ακινητοποιείται, όπως συμβαίνει σε κάθε εκπομπή ραδιοκυμάτων, και αιχμαλωτισμένος εγκαταλείπεται στη μακαριότητα. Άλλοτε, μια απλή περιπλάνηση στους δρόμους της πόλης αρκούσε. Τώρα, ανατείνοντας και μόνο το κεφάλι, οι ζωντανοί πλημμυρίζουν αποστροφή. Το φαντασιακό δυναμικό τους αποθαρρύνεται να μπει σε λειτουργία, γιατί οι κεραίες, μαζί με όλες τις υπόλοιπες κατασκευές, το εκμηδενίζουν. Αισθάνεται κανείς ότι ζει σε ένα κόσμο όπου κυριαρχεί η τηλεοπτική εικόνα και η διακίνηση της. Ο χειρισμός των πραγμάτων γίνεται με τρόπο ώστε να διευκολυνθεί η διάθεση και η συλλογή των εικόνων. Καμία μέριμνα για το ίδιο το βλέμμα ή το φυσικό περιβάλλον του. Αφού δεν είναι απλά φετίχ και είναι αδύνατο να φετιχοποιηθούν - με εξαίρεση τα νέα προϊόντα, όπως το "πιάτο" -, οι κεραίες θα μείνουν στις θέσεις τους σαν μνημεία της εικόνας. Μιας εικόνας καταναγκαστικής και ψεύτικης, καθ' ότι σκηνοθετημένης. Η ζωή του τοπίου, από την άλλη, θα προσλαμβάνει ολοένα και περισσότερο εξιδανικευμένες και εικονικές μορφές. Ηθοποιοί θα υποκρίνονται ότι βλέπουν κάτι άλλο ή θα αγνοούν το υπαρκτό. Προγράμματα υπολογιστών θα "σβήνουν" τα ενοχλητικά παράσιτα και στη θέση τους θα τοποθετούν δέντρα. Η ιδανική πόλη θα είναι η πόλη που ήδη κατοικούμε. Έπειτα θα έχει ολοκληρωθεί και η ψηφιοποίηση των πάντων, οπότε, μοιραία, οι κεραίες θα εξαφανιστούν. Αναπόφευκτα, εκείνο που θα παραμένει σε αφθονία θα είναι πάντα το οπλισμένο σκυρόδεμα. 


φωτό.: Άνια Ζαχαριάδου, Βόλος 2008. κείμενο: M.A., 07.07.2002, Ελευθεροτυπία


E R R A T A

...

Τ Ο _ Γ Κ Ρ Ι _ Β Α Γ Ο Ν Ι


«Για τον ύπνο έφτιαξα ένα ράφι μεγάλο που να μπορείς να κοιμηθείς. Μια κουκέτα. Όπως τα πλοία. Η βιβλιοθήκη είναι ράφια ντέξιον, τα ‘βαψα.

Η τουαλέτα είναι πλαστική χημική που μπαίνει κάτω απ΄ το τιμόνι. Όταν θες να κάτσεις στο τιμόνι την σηκώνεις και τη βάζεις δίπλα. Ο χώρος για αποθήκευση είναι πάνω από τον ουρανό της καμπίνας. Το καθιστικό ποιο είναι; Όταν είσαι στην πόρτα και πας να μπεις, κάθεσαι κάτω. Δεξιά έχεις την κουκέτα, αριστερά βιβλιοθήκη. Κάθεσαι οκλαδόν και χωράει και άλλο άτομο. Όρθιος, αν σηκωθείς, το ύψος είναι 1.50 μέτρο, περίπου σκυφτός. Για να μαγειρεύω, μαγειρεύω έξω τη νύχτα γιατί αν το κάνεις μέσα θέλει τουρμπίνα.

Έχω λάμπα πετρελαίου και λάμπα υγραερίου, εναλλακτικά, του πετρελαίου βγαίνει πιο φθηνά. Ενάμισι ευρώ το μήνα το πετρέλαιο και το έχω εδώ και ένα μήνα και δεν τελειώνει. Αν εγκατασταθώ στο κτήμα θα βάλω κυψέλη φωτός -200 ευρώ. Το δένεις στον ουρανό και αυτό συλλέγει και δίνει φως και τα βασικά…»

φωτό.: Γιώργος Ρυμενίδης, Αθήνα 2007. κείιμενο: Χαλυβοπούλου Β., Άστεγος του Λυκαβηττού (2005), "Από τη μαρτυρία ενός άστεγου στο Λυκαβηττό", στο Κάλμπαρη Χ., Ντάφλος Κ. (επιμ.), "η μετάβαση της Αθήνας", Αθήνα, futura, σ. 234

Ε Π Ε Α _ Π Τ Ε Ρ Ο Ε Ν Τ Α

'Δύσκολο πράγμα η σκέψη'...'είναι πάνω κάτω το ίδιο με το να λες "δύσκολο πράγμα το κοίταγμα". Μπορεί κανείς να κοιτάει προσηλωμένος, κι ωστόσο να μην βλέπει, ή να νομίζει κάθε φορά πως βλέπει, κι ωστόσο να μην βλέπει καθαρά. Μπορεί κανείς να κουραστεί από το κοίταγμα, ακόμη κι όταν δεν βλέπει τίποτε'.

L.W., ISBN: 960-354-082-Χ

Φ Α Ν Τ Α Σ Τ Ι Κ Α Τ Α Ξ Ι Δ Ι Α


...παρέα με τα σύννεφα : χειμώνας

Ξ Η Μ Ε Ρ Ω Ν Ε Ι


[...] ξημερώνει και τα γκρίζα-μπλε χρώματα αρχίζουν να φωτίζουν το άδειο τοπίο.
Ξημερώνει κι ο αέρας έχει σηκώσει ένα χθεσινό φύλλο εφημερίδας. Το φανάρι πορτοκαλί αναβοσβήνει στον ίδιο ρυθμό με τη σειρήνα ενός ασθενοφόρου που διασχύζει βιαστικά την άσφαλτο. Δυο γυναίκες κατευθύνονται προς τη στάση και περιμένουν το πρώτο πρωινό λεωφορείο, μουδιασμένες, σφίγγουν τους ώμους για να μην αφήσουν το κρύο να τις διαπεράσει. Ξημερώνει και από την γωνία του δρόμου ακούω έναν βήχα ξερό να πλησιάζει. Ο κύριος που τον προκαλέι πετάει βιαστικά το τσιγάρο του και τρέχει να προλάβει το λεωφορείο που μόλις έφτασε στη στάση. Σε λίγο το τοπίο έχει πάλι αδειάσει.
Ξημερώνει κι ένα τσιγάρο πεταμένο στο δρόμο καπνίζει ακόμα [...].
Ξημερώνει.

S T A I N L E S S P O E T R Y

Εδώ στέκομαι, σ' αυτή τη σιωπή / με μάτια ανοιχτά στα παράσιτα / έξι η ώρα τα χαράματα / ο εγωισμός μου δεν περνάει / όταν ένας άντρας ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο / παγωμένος απλώνει το χέρι στο τίποτα / είναι η τελευταία άκρη απ' το σχεδιάγραμμα της οικονομίας / καθώς το πρώτο φως της μέρας απ' τα μάτια του ανατέλλει κι αυτός δεν το ξέρει ότι μυρίζει άσχημα γιατί η ζωή είναι βρώμικη / μας χωρίζει ένα μέτρο κι αυτός ο αέρας που ξεφυλλίζει ένα πεταμένο περιοδικό / τα τέσσερα πρώτα μανεκέν που έφτασαν στις διαμαντένιες πύλες του παραδείσου / ξημερώνει και κανείς δε θέλει να το καταλάβει /ο θάνατος ενός πολίτη ξεκινάει από τα όνειρα του ΛΟΤΤΟ / κι ύστερα παίζει με τα κανάλια της τηλεόρασης /κι εκπαιδεύει τα παιδιά του πώς να γελούν με την τεχνική του ζάπινγκ / σπόνσορας αυτής της αθλιότητας ένα μεγάλο αυτοκίνητο /απομακρύνει τον έλεγχο πάνω απ' τις ανθρώπινες μάζες /κουλτούρα του γρήγορου φαγητού / έξι και πέντε λεπτά /η τέλεια κοινωνία εμποδίστηκε / απ' τους καριερίστες και τους καιροσκόπους / μας χωρίζουν δυο βήματα / θα 'θελα να του μιλήσω μα ξέρω πως δε θα με καταλάβει / όλη νύχτα έμεινα έξω / πόσες φορές δεν έκανα το ίδιο πράγμα / με διαφορετικά ρούχα, με τα ίδια, και χωρίς / γιατί πίστευα πως τα μάτια σου είναι τα φώτα για ένα διαφορετικό κόσμο / μύθος της διασταύρωσης / κάποιος περνάει, άλλος μένει, κάποιος φεύγει / δρομολόγια προς κάθε κατεύθυνση κι ένας ακόμη, φάντασμα μιας σκοτεινής κοινωνίας / χάνεται στους σκελετούς των νέων οικοδομών /τώρα το ξέρω πιο καλά πως δεν ήταν εύκολο / μέσα σ' εκείνο το πλάτος που αγκαλιάζει τις ακρότητες να επιβιώσεις / να γνέψω καταφατικά στο συμβιβασμό / ή να επιστρέψω οριστικά στον εαυτό μου; /χιλιάδες πόδια κάτω απ' αυτό τον ασπρόμαυρο ουρανό / έξι και [δέκα είναι] λεπτά /αυτό που με συνδέει μ' αυτόν τον πεταμένο άνθρωπο, / είναι η θνησιμότητα, η απόκρουση και το έλεος / τα τρία στοιχεία που με κάνουν να χαζεύω /τ' ασημένια αεροπλάνα στον παγωμένο ουρανό / περιμένοντας το πρώτο τρένο να ξεκινήσει απ' την αφετηρία

6.00 π.μ., Ντισκολάτα, Κ.Βήτα, σΝ

M E T A P O L I S


φωτό.: Γιώργος Ρυμενίδης, Περιφεριακή Οδός Θεσσαλονίκης, 2007


Οι ελληνικές πόλεις παρουσιάζουν χαρακτηριστικά που διαφέρουν από άλλες δυτικοευρωπαϊκές ή βορειοαμερικανικές πόλεις που φέρουν, στην εξέλιξή τους, διακριτά τα σημάδια μιας «παράδοσης» σχεδιασμού. Το ά-μορφο, α-όριστο, ά-τοπο ελληνικό αστικό τοπίο υποτάσσει κάθε αισθητικό ­ άρα και μορφικό ­ λόγο στην αναζήτηση δημιουργίας δραστηριοτήτων. Το ελληνικό αστικό τοπίο είναι α-σχεδίαστο· παρ' όλα αυτά παραμένει εξαιρετικά ζωντανό. Η συνεχής, επί δεκαετίες, εφαρμογή αυτής της χωρίς θεωρία πράξης καταδηλώνει την επιχειρησιακότητα του μοντέλου και επιζητεί μια κριτική και θετική οικειοποίηση των αρχών του. Αντί για την άρνηση λοιπόν είναι αναγκαία μια εκ των υστέρων θεώρηση των τρόπων παραγωγής της ελληνικής πόλης ­ του ελληνικού αστικού μοντέλου.

κείμενο: Γιάννης Αίσωπος, Γιώργος Σημαιοφορίδης, "Από τη μητρόπολη στη μετάπολη",το ΒΗΜΑ, 07/12/1997

D A Y D R E A M I N G

I quietly observe standing in my space
Well Im floating on air when Im daydreaming

blue lines, massive attack

N I G H T R I P P I N G


βραδυνά ταξίδια


E R R A N T R Y

errantry | η περιπλάνηση αλλάζει χαρακτήρα.

μεταβαίνουμε με το αμάξι -από το κέντρο της πόλης- εκεί που κάποτε οι άνθρωποι δούλευαν και που τώρα πηγαίνουν βόλτα, καταναλώνουν, βλέπουν ταινίες... εκεί που κουράζονται και βαριούνται γρήγορα.
Εκεί που κυλιόμενοι διάδρομοι τους κουβαλούν, γιατί αν περπατήσουν, υπάρχει κίνδυνος να πέσουν σε κανένα φρεάτιο.

E X P A N D



οι πόλεις μας, επεκτείνονται


Περιφεριακή Οδός Θεσσαλονίκης, 2007

Φ Ρ Ε Α Τ Ι Ο


ΤΟΠΟΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ

Το Φ Ρ Ε Α Τ Ι Ο επιθυμεί να γίνει έντυπο.
e | freatio@gmail.com
boutique